Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ζαφλεγέες τ

См. также в других словарях:

  • ζαφλεγέες — ζαφλεγής full of fire masc/fem nom/voc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζαφλεγής — ζαφλεγής, ές (Α) (επικ. επίθ.) 1. (για άνδρες που βρίσκονται στην ακμή τους) γεμάτος φλόγα, σφριγηλός, ζωηρός («ἄλλοτε μἐν ζαφλεγέες τελέθουσιν», Ομ. Ιλ.) 2. (για Ίππους) γεμάτος ορμή και ζωντάνια, ορμητικός, πυρώδης 3. αυτός που λάμπει πολύ, ο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»